espa 2020 Χρονοδιατροφή: Παίζει ρόλο η ώρα των γευμάτων στο σωματικό βάρος; | Nutrilife

Χρονοδιατροφή: Παίζει ρόλο η ώρα των γευμάτων στο σωματικό βάρος; | Nutrilife

-σχέδιο-1.png

Μια νέα πτυχή των διατροφικών μας συνηθειών που έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης τα τελευταία χρόνια είναι η επίδραση που έχει σε διάφορες παραμέτρους της υγείας η ώρα και η συχνότητα των γευμάτων ανεξάρτητα από το τι περιλαμβάνουν.

Ο όρος χρονοδιατροφή διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Asher το 2015, σύμφωνα με τον οποίο «η έννοια αυτή αντανακλά την βασική ιδέα ότι, εκτός από την ποσότητα και την ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνουμε, η ώρα που προσλαμβάνουμε την τροφή έχει σημασία για την διατήρηση της καλής κατάστασης ενός οργανισμού».

Ποιος είναι ο μηχανισμός;

Ο ανθρώπινος οργανισμός έχει εξελιχθεί, ώστε η φυσιολογία του να ακολουθεί τους ρυθμούς της φύσης (κιρκαδιανοί ρυθμοί), σύμφωνα με τους οποίους, το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων λαμβάνει χώρα με το φως του ήλιου και διακόπτεται τη διάρκεια της νύχτας. Οι ρυθμοί αυτοί φαίνεται να διατηρούνται παρά τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον ανθρώπινο οργανισμό κατά την πορεία της εξέλιξής του, καθώς και τις μεταβολές  στον τρόπο ζωής του τις τελευταίες δεκαετίες.

Ο κεντρικός μηχανισμός του «εσωτερικού ρολογιού» του ανθρώπου βρίσκεται στον υποθάλαμο και ρυθμίζεται κυρίως από δύο σήματα: το φως και την πρόσληψη τροφής. Επιπλέον, όλοι οι ιστοί του σώματός μας περιέχουν «περιφερειακά ρολόγια» τα οποία ρυθμίζονται από ειδικά γονίδια (clock genes). Τα περιφερειακά αυτά «ρολόγια» σε συνεργασία με το κεντρικό «ρολόι» καθορίζουν τον ρυθμό σχεδόν όλων των λειτουργιών του σώματος, μεταξύ των οποίων και του μεταβολισμού μας.  

Οι μελέτες δείχνουν ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής που χαρακτηρίζεται από πολύωρη εργασία χωρίς διαλείμματα για φαγητό, εργασία με βάρδιες (απόγευμα/νύχτα), παρατεταμένη έκθεση στο τεχνητό φωτισμό, μειωμένο και ακατάστατο ύπνο, διαταράσσει σε σημαντικό βαθμό τη λειτουργία των «εσωτερικών μας ρολογιών». Οι επιπτώσεις αυτής της αλλαγής εκδηλώνονται κυρίως ως διαταραχές της καρδιακής λειτουργίας, της ρύθμισης του σακχάρου, της αρτηριακής πίεσης και γενικότερα του μεταβολισμού μας. Αντίθετα, έχουμε διαρκώς νέα δεδομένα που υποστηρίζουν ότι όταν προσλαμβάνουμε τροφή τις ώρες που με βάση  τον κιρκαδιανό ρυθμό ο μεταβολισμός είναι εντονότερος οδηγούμαστε σε βέλτιστες παραμέτρους για την υγεία μας. 

 

Τι έχουμε μάθει όμως μέχρι σήμερα για το θέμα αυτό από τις επιστημονικές μελέτες;

  • Ανεξάρτητα από την συνολική ενεργειακή πρόσληψη και τη σωματική δραστηριότητα, η ώρα που καταναλώνουμε ένα γεύμα μπορεί να επηρεάσει το σωματικό βάρος.
  • Τα άτομα που καταναλώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό τροφής αργότερα μέσα στην ημέρα κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν υπέρταση.
  • Η τροφή που καταναλώνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι συνήθως αυξημένης θερμιδικής πυκνότητας, οδηγώντας σε αύξηση του σωματικού βάρους.
  • Τα άτομα που καταναλώνουν συχνότερα πρωινό έχουν χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιομεταβολικά νοσήματα.
  • Η παράλειψη του πρωινού σχετίζεται με αυξημένη κατανάλωση τροφής αργότερα μέσα στην ημέρα.
  • Τα άτομα που εργάζονται νύχτα έχουν χειρότερο γλυκαιμικό έλεγχο και κινδυνεύουν περισσότερο από ΣΔ τύπου 2 και αύξηση του σωματικού βάρους. 
  • Ο ανεπαρκής ύπνος αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιομεταβολικά νοσήματα και παχυσαρκία.
  • Ο περιορισμός της πρόσληψης τροφής σε συγκεκριμένες – λίγες – ώρες μέσα στην ημέρα (π.χ. 4, 6 ή 8) και μάλιστα νωρίς μέσα στην ημέρα ή η εναλλαγή ημερών φυσιολογικής σίτισης με ημέρες πλήρους νηστείας, μελετάται εκτενώς τα τελευταία χρόνια με πολλά διαφορετικά πρωτόκολλα, τα περισσότερα από τα οποία δείχνουν να υπάρχει όφελος σε παραμέτρους της υγείας όπως το σωματικό βάρος, τα επίπεδα λιπιδίων και σακχάρου στο αίμα, οι αντιοξειδωτικές δράσεις του οργανισμού. Ωστόσο οι μελέτες αυτές γίνονται σε ζώα ή σε συγκεκριμένες ομάδες ατόμων (π.χ. ασθενείς, παχύσαρκοι) και, για την ώρα δεν είναι ασφαλές να γίνουν ξεκάθαρες συστάσεις προς τον γενικό πληθυσμό.

Πρόκειται, όπως φαίνεται, για ένα ζήτημα που ακόμα βρίσκεται υπό εντατική έρευνα, αν και φαίνεται πολλά υποσχόμενο. Εν αναμονή των νεότερων δεδομένων, δεν έχουμε παρά να δοκιμάσουμε να επαναπροσαρμοστούμε στους ρυθμούς της φύσης μας και να παρατηρήσουμε τα αποτελέσματα.