espa 2020 Η διατροφή στη βρεφική ηλικία ασπίδα προστασίας για τις τροφικές αλλεργίες | Nutrilife

Η διατροφή στη βρεφική ηλικία ασπίδα προστασίας για τις τροφικές αλλεργίες | Nutrilife

trofikes-allergies-2-scaled-e1674412643120-1280x1511.jpg

Η τροφική αλλεργία στα μικρά παιδιά είναι μια κατάσταση που αγχώνει ιδιαίτερα τους γονείς δυσκολεύοντας τις επιλογές τους και ίσως θέτοντας σε κίνδυνο την διατροφική επάρκεια των παιδιών. Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία εκδηλώνεται στο περίπου 4-10% των παιδιών προσχολικής ηλικίας κυρίως στις Δυτικού τύπου κοινωνίες, με το ανησυχητικό όμως να είναι η αύξηση που παρατηρείται στα ποσοστά αυτά με την πάροδο του χρόνου.

 

Τί είναι η τροφική αλλεργία;

Ως τροφική αλλεργία νοείται η κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός αντιδρά με συμπτώματα στις πρωτεΐνες κάποιου τροφίμου. Υπάρχουν δυο τύποι τροφικής αλλεργίας: ο άμεσος τύπος που προκαλεί συμπτώματα στα πρώτα λεπτά από τη λήψη του τροφίμου και μπορεί να είναι ακόμα και απειλητικός για τη ζωή (συμπτώματα από το αναπνευστικό), και ο καθυστερημένος τύπος, που προκαλεί χρόνιες διαταραχές στο δέρμα ή στο γαστρεντερικό σύστημα, χωρίς παρ’ όλα αυτά να θέτει τη ζωή σε κίνδυνο. Είναι επίσης σημαντικό να διαχωριστεί η τροφική αλλεργία, που οφείλεται σε οργανωμένη άμυνα του οργανισμού εναντίον της συγκεκριμένης τροφής, από τη δυσανεξία στα διάφορα τρόφιμα, που προκαλεί ηπιότερα συμπτώματα, και οφείλεται σε απλό ερεθισμό του στομάχου ή του εντέρου.

Η αρχική αντίδραση στο φαινόμενο αυτό ήταν οι Παιδιατρικές Εταιρίες να συστήνουν την καθυστέρηση της εισαγωγής στη διατροφή των βρεφών τροφίμων που σχετίζονται με τις συνήθεις τροφικές αλλεργίες, όπως το αυγό, το φιστίκι, το ψάρι, τη σόγια, το γάλα, τα σιτηρά, συνήθως μετά το 1ο έτος έως και μετά το 3ο έτος.

Οι ειδικοί προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να ερευνήσουν τα αίτια της αύξησης του φαινομένου, αλλά και τους πιθανούς τρόπους πρόληψης της κατάστασης, καθώς υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι

η καθυστέρηση της εισαγωγής στο διαιτολόγιο των παιδιών των δυνητικά αλλεργιογόνων τροφίμων ενισχύει την ανοσολογική ανταπόκριση ιδιαίτερα στην περίπτωση του αυγού και του φιστικιού

Ωστόσο η μελέτη των αλλεργιών γενικά αλλά και ειδικότερα των τροφικών αλλεργιών είναι δύσκολη και περίπλοκη καθώς η ανάπτυξη αλλεργικής αντίδρασης σε κάποιο αλλεργιογόνο (συστατικό τροφίμων) καθορίζεται από πολλούς παράγοντες (κληρονομικότητα, έκθεση στον θηλασμό και στα νέα τρόφιμα κατά την βρεφική ηλικία, περιβαλλοντικοί παράγοντες).

Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητές προσπαθούν  να εντοπίσουν το χρονικό διάστημα στο οποίο η εισαγωγή των νέων τροφίμων μπορεί να συντελέσει στην «εκπαίδευση» του ανοσοποιητικού ώστε αυτό να μην αντιδρά αρνητικά. Χωρίς να έχουμε ακόμα οριστικά αποτελέσματα, αυτό που φαίνεται μέχρι τώρα είναι ότι η πρωιμότερη εισαγωγή (μεταξύ του 4ου και 11ου μήνα) των φυσικών τροφίμων στο διαιτολόγιο των βρεφών και η εξασφάλιση μιας επαρκούς ποικιλίας τροφίμων μέχρι το 1ο έτος, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα, με αποτέλεσμα τα παιδιά αυτά να παρουσιάζουν σε μικρότερα ποσοστά συμπτώματα αλλεργικών αντιδράσεων στα τρόφιμα. Ακόμα και η εισαγωγή στο χρονικό διάστημα αυτό, πιο αλλεργιογόνων τροφίμων όπως γάλα, αυγό, φιστίκια, ψάρι, δημητριακά (πάντα σε μικρή ποσότητα και σύμφωνα με τις συστάσεις του παιδιάτρου), τα στοιχεία δείχνουν ελάττωση του κινδύνου ανάπτυξης αλλεργίας, κυρίως για το φιστίκι και το αυγό.

 

Πώς εξηγείται το φαινόμενο αυτό;

Η έκθεση του βρέφους σε ποικιλία φρούτων, λαχανικών, δημητριακών και άλλων τροφίμων, αυξάνει την έκθεση του ανοσοποιητικού του συστήματος στα συστατικά των τροφίμων, εκπαιδεύοντάς το να εξοικειωθεί με αυτά ώστε να μην τα αναγνωρίζει ως «εχθρικά».

Η ποικιλία στο διαιτολόγιο διασφαλίζει την πρόσληψη συστατικών τα οποία συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως είναι η βιταμίνη C, ο ψευδάργυρος, τα ω-3 λιπαρά οξέα.

 

Ο ρόλος της εντερικής χλωρίδας

Σημαντική είναι η επίδραση ενός ποικίλου διαιτολογίου στην ανάπτυξη υγιούς εντερικής χλωρίδας (εντερικός φραγμός) η οποία γνωρίζουμε πλέον ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού αλλά και στην γενικότερη υγεία. Το εντερικό μικροβίωμα του βρέφους ξεκινά να αναπτύσσεται μέσα στις πρώτες 6 εβδομάδες της ζωής του. Ο φυσικός τοκετός και ο θηλασμός εξασφαλίζουν τα απαραίτητα βακτήρια για την ενίσχυση του εντερικού φραγμού του εντέρου, ενώ μέχρι την ηλικία των 3 ετών που σταθεροποιείται η ποιότητα και ο αριθμός τους, σημαντικό ρόλο παίζει η διατροφή (και εξακολουθεί και στην ενήλικη ζωή).

Συστατικά όπως οι φυτικές ίνες των φρούτων, λαχανικών και οσπρίων αποτελούν το υπόστρωμα (τα λεγόμενα προβιοτικά) που χρησιμοποιούν τα βακτήρια του εντέρου προκειμένου να παράγουν σημαντικούς μεταβολίτες όπως τα βραχέας αλύσου λιπαρά οξέα τα οποία έχουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.

Παρά το γεγονός ότι αρκετές μελέτες έχουν εξετάσει μεμονωμένα τρόφιμα και τον ρόλο τους στην ενίσχυση του εντερικού φραγμού, φαίνεται ότι τελικά η ποικιλομορφία της διατροφής έχει μεγαλύτερη σημασία από κάθε τρόφιμο ξεχωριστά.

Η συνεργασία και η αλληλεπίδραση ποικίλων ωφέλιμων θρεπτικών συστατικών συμβάλλει στη διαδικασία της σωστής ανάπτυξης και της διαμόρφωσης του ανοσοποιητικού συστήματος του βρέφους.

Έτσι ερχόμαστε στο σήμερα όπου οι Παιδιατρικές Εταιρίες παγκοσμίως και η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρία συστήνουν την έναρξη εισαγωγής φυσικών τροφών από τον 4ο μήνα (ανάλογα με την νευροαναπτυξιακή ικανότητα του βρέφους) και την εδραίωση μιας επαρκούς ποικιλίας τροφίμων ήδη μέχρι το 1ο έτος, συμπεριλαμβανομένων και των συνήθων αλλεργιογόνων.

Μόνο στην περίπτωση που στην οικογένεια υπάρχει ιστορικό τροφικών ή άλλων αλλεργιών, η εισαγωγή τροφίμων όπως αυγό, ψάρι, φιστίκι (κυρίως) θα πρέπει να γίνονται με ιδιαίτερη προσοχή και πάντα με την σύμφωνη γνώμη του παιδιάτρου ή (αν χρειάζεται) του παιδο-αλλεργιολόγου.

Μαμάδες, σηκώστε λοιπόν τα μανίκια και βάλτε τα δυνατά σας ώστε τα μικρά σας να έχουν  ποικίλες γευστικές εμπειρίες από τα πρώτα στάδια της ζωής τους.